Μάχη του Καρκάρ
Η Μάχη του Καρκάρ διεξήχθη το 853 π.Χ. στην τοποθεσία της αρχαίας πόλης Καρκάρ που βρίσκεται στην σημερινή βορειοδυτική Συρία, μεταξύ του βασιλιά της Ασσυρίας Σαλμανασέρ Γ΄ και του συνασπισμού γειτονικών βασιλείων της ευρύτερης περιοχής με επικεφαλής τον Ανταντεζέρ (Hadadezer αλλά αναφέρεται και ως Adad-idr) του βασιλείου της Αράμ-Δαμασκού[1].
Ιστορικό
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Κατά τον 9ο αιώνα π.Χ. μετά από μια σειρά επιτυχημένων εκστρατειών προς τα ανατολικά ο βασιλιάς της Ασσυρίας Σαλμανασέρ Γ΄ αποφασίζει να στραφεί δυτικά για να επεκτείνει τα σύνορα της Ασσυριακής Αυτοκρατορίας. Ακολουθεί τον ποταμό Ευφράτη προς τις πηγές του και φθάνει στο σημερινό Χαλέπι. Κάμπτει την αντίσταση τοπικών βασιλέων και συνεχίζει νότια. Στις όχθες του ποταμού Ορόντη στην στρατηγική θέση της αρχαίας πόλης Καρκάρ αντιμετώπισε τον συνασπισμό των 12 βασιλέων (όπως αυτός έμεινε στην ιστορία) [Σημ 1] .
Σύμφωνα με τα αναγραφόμενα σε έναν από τους δύο μονόλιθους της πόλης Kurkh, οι οποίοι είναι γνωστοί με την ονομασία Kurkh Monoliths και φυλάσονται στο βρετανικό μουσείο, ο συνασπισμός στο πεδίο της μάχης παρέταξε τα εξής στρατεύματα[2]:
- Ο ίδιος ο βασιλιάς Ανταντεζέρ παρέταξε 1.200 άμαξες, 1.200 ιππείς και 20.000 στρατιώτες.
- Ο βασιλιάς της Χάμα διέθεσε 700 άρματα, 700 ιππείς και 10.000 στρατιώτες.
- Ο βασιλιάς Αχαάβ του Ισραήλ έστειλε 2.000 άμαξες και 10.000 στρατιώτες.
- Το Βασίλειο της Κιλικίας έστειλε 500 στρατιώτες.
- Από την γη της Παμφηλίας παρουσιάστηκαν 1.000 στρατιώτες.
- Από την γη της πόλης Άρκα παρουσιάστηκαν 10 άρματα και 10.000 στρατιώτες.
- Ο βασιλιάς της πόλης του Αρουάντ έστειλε 200 στρατιώτες.
- Από την περιοχή της Οροσειράς του Λιβάνου παρουσιάστηκαν 200 στρατιώτες.
- Από την Συριακή παράκτια οροσειρά παρουσιάστηκε αδιευκρίνιστος αριθμός στρατιωτών.
- Ο βασιλιάς «Gindibu» της Αραβίας έστειλε 1000 καμήλες [Σημ 2] .
- Ο βασιλιάς των Αμμωνιτών έστειλε 100 στρατιώτες.
Ο Σαλμανασέρ Γ παρέταξε στο πεδίο της μάχης 35 χιλιάδες στρατιώτες αποτελούμενους από 20.000 πεζούς, 12000 ιππείς [Σημ 3] και από 1200 άρματα[3].
Το αποτέλεσμα της μάχης
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]Το αποτέλεσμα της μάχης κρίνεται αβέβαιο[4]. Για ένα περίπου έτος καθυστέρησε η κάθοδος των Ασσυρίων στις δυτικές περιοχές αλλά στην ουσία ο Σαλμανασέρ Γ΄ άνοιξε τον δρόμο για τον μετέπειτα Ασσύριο αυτοκράτορα Σαργών Β΄ ο οποίος ολοκλήρωσε την κατάληψη των βασιλείων. Πληροφορίες για τον Σαλμανασέρ Γ΄ έχουμε από επιγραφές που έχουν χαραχθεί σε μονόλιθους. Για τον ίδιο υπάρχει ο οβελίσκος Μελανός Οβελίσκος του Σαλμανεσέρ Γ', ενώ για την μάχη του Καρκάρ έχουμε πηγές σε έναν από τους δυο μονόλιθους της πόλης Kurkh. Οι αναφορές για την νικητήρια έκβαση της μάχης υπέρ των Ασσυρίων που υπάρχουν στους μονόλιθους φανερώνουν την υπέρμετρη περηφάνια του Σαλμανασέρ Γ΄ (προφανώς έγιναν με υπόδειξη του ίδιου) και την ανάγκη του να εμφανιστεί σαν νικητής . Περιγράφεται χαρακτηριστικά ότι το χρώμα των νερών του ποταμού Ορόντη έγινε κόκκινο από το αίμα των εχθρών του αυτοκράτορα.[5].
Σημειώσεις
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ Δώδεκα βασιλιάδες είναι ένας ακκαδικός όρος που συμβολίζει κάθε είδους συμμαχία. Απόδειξη είναι οι εγγραφές στον μονόλιθο του Shalmaneser III, που βρέθηκε στην πόλη Kurkh και περιέχει μια περιγραφή της Μάχης του Qarqar, όπου μια συμμαχία 11 βασιλιάδων απαριθμείται ως 12 στο έγγραφο της Ασσυρίας , καθώς αγωνίζονται εναντίον του βασιλιά Shalmaneser III στη μάχη του Qarqar.
- ↑ Εδώ είναι η πρώτη στην ιστορία γνωστή γραπτή αναφορά για τους Άραβες ως ξεχωριστό έθνος
- ↑ the famed 'hurricanes on horseback' mentioned in the Old Testament
Παραπομπές
[Επεξεργασία | επεξεργασία κώδικα]- ↑ The Editors of Encyclopaedia Britannica. «Ben-hadad I». Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα.
- ↑ Βρεταννικό Μουσείο. «The Kurkh Stela». British Museum.
- ↑ Richard A. Gabriel. «The Military History of Ancient Israel, σελίδα 48». Αρχειοθετήθηκε από το πρωτότυπο στις 27 Οκτωβρίου 2018.
- ↑ Εγκυκλοπαίδεια Μπριτάννικα. «Karkar ancient fortress, Syria».
- ↑ Λουκιανός Δεπούντης (1950). «Η παρακμή της Αραμαικής Δυνάμεως, σελίδα 29». Οι Αραμαίοι. Βόλος: Εκδοτικός Οίκος Σωτ. Σχοινά. σελ. 87.